Γιατί είναι πιο συχνή η σκλήρυνση κατά πλάκας στις γυναίκες; Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό: τα νεώτερα στοιχεία δείχνουν πως σε κάθε άντρα ασθενή αντιστοιχούν 2 ή 3 γυναίκες. Πού οφείλεται αυτό, λοιπόν;
Η απάντηση συνοπτικά: Ουδείς γνωρίζει.
«Την διαφορά στη συχνότητα ανάμεσα στα δύο φύλα την ξέρουμε, την μελετάμε, προσπαθούμε να την ερμηνεύσουμε, αλλά το μόνο που έχουμε στα χέρια μας είναι θεωρίες», λέει ο κ. Δήμος-Δημήτριος Μητσικώστας, διευθυντής της Νευρολογικής Κλινικής του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών και υπεύθυνος του Ιατρείου Πολλαπλής Σκλήρυνσης, όπως είναι η σύγχρονη ονομασία της νόσου.
Μία από αυτές, ενδεχομένως η επικρατέστερη, είναι πως ευθύνεται το ανοσοποιητικό σύστημα της γυναίκας, το οποίο εκ φύσεως είναι διαφορετικό από του άντρα για να μην απορρίπτεται το έμβρυο ως ξένο σώμα, σε περίπτωση εγκυμοσύνης (ας μην ξεχνάμε ότι κάθε έμβρυο δεν φέρει μόνο το γενετικό υλικό της μαμάς του, αλλά και του μπαμπά του, ο οποίος για τον γυναικείο οργανισμό είναι ξένος).
Η διαφορετικότητα αυτή θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί είναι συχνότερα στις γυναίκες και όλα τα άλλα αυτοάνοσα νοσήματα, όπως ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος και η ρευματοειδής αρθρίτιδα, που οφείλονται σε υπερλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.
Το ορμονικό σύστημα των γυναικών, το οποίο επηρεάζει έντονα το ανοσοποιητικό, επίσης πρέπει να παίζει σημαντικό ρόλο. «Σε μία πολύ πρόσφατη μελέτη, η χορήγηση δόσεων οιστρογόνων (σ.σ. είναι οι ορμόνες του γυναικείου φύλου) εφάμιλλων με εκείνων που παρατηρούνται στις εγκύους, είχε πολύ ενθαρρυντικά αποτελέσματα στην θεραπεία της πολλαπλής σκλήρυνσης», λέει ο κ. Μητσικώστας. «Το εύρημα αυτό συμφωνεί με την κλασική γνώση ότι οι έγκυοι εμφανίζουν έντονη ύφεση της δραστηριότητας της πάθησης έως ότου γεννήσουν».
Οι ίδιες ορμόνες πιθανώς είναι υπεύθυνες και για την καλύτερη εξέλιξη (πρόγνωση) των γυναικών έναντι των ανδρών που πάσχουν από τη νόσο, προσθέτει.
Αν και ήδη οι γυναίκες με σκλήρυνση κατά πλάκας είναι υπερδιπλάσιες από τους άντρες ασθενείς, αρκετές πρόσφατες μελέτες (και ελληνικές) δείχνουν πως η διαφορά διευρύνεται, καθώς αυξάνονται τα κρούσματα της νόσου στον γυναικείο πληθυσμό.
«Η συχνότητα της νόσου έχει αυξηθεί σημαντικά τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, ιδίως στις γυναίκες, αλλά δεν ξέρουμε γιατί. Ασφαλώς υπάρχουν διάφορες υποθέσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται η διατροφή και τα εμβόλια, αλλά η ακριβής αιτία παραμένει άγνωστη. Το μόνο δεν έχει αλλάξει είναι η μέση ηλικία εκδήλωσης της νόσου (είναι 25-35 ετών), παρότι οι διεργασίες που δίνουν το έναυσμα για την ανάπτυξή τους αρχίζουν πολύ νωρίτερα», λέει ο κ. Μητσικώστας.
Διάφορες μορφές
Η σκλήρυνση κατά πλάκας μπορεί να είναι εξ αρχής εξελισσόμενη ή να παρουσιάζει εξάρσεις και υφέσεις.
Στην συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων (στο 90%), οι ασθενείς αρχίζουν με υποτροπές και έπειτα από περίπου 15-20 χρόνια οι περισσότεροι έχουν δευτερογενώς εξελισσόμενη νόσο, ενώ από το υπόλοιπο 10% οι περισσότεροι έχουν εξ αρχής (πρωτοπαθώς) εξελισσόμενη νόσο, δηλαδή παρουσιάζουν προοδευτική επιδείνωση της οποίας άλλοτε έχει προηγηθεί μία αρχική κρίση και άλλοτε όχι.
Μία τρίτη μορφή είναι η καλοήθης σκλήρυνση κατά πλάκας, κατά την οποία οασθενής εμφανίζει μία ή δύο υποτροπές και στη συνέχεια η αρρώστιά του «παγώνει». «Πολλοί λίγοι ασθενείς ωστόσο έχουν αυτή την τύχη. Και δεν γνωρίζουμε τους μηχανισμούς που διέπουν αυτή την εξέλιξη», διευκρινίζει ο κ. Μητσικώστας.
Η σκλήρυνση κατά πλάκας είναι αρκετά συχνή. Συνολικά, 2,5 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο πάσχουν από αυτήν. Οι 10.000 από αυτούς πιστεύεται ότι ζουν στη χώρα μας, καθώς η συχνότητά της στον ελλαδικό χώρο υπολογίζεται σε 90 άτομα ανά 100.000 πληθυσμού.
Κάθε ασθενής και η θεραπεία του
Τα καλά νέα είναι πως τα τελευταία χρόνια υπάρχει μία «έκρηξη» νέων θεραπειών, οι οποίες ρυθμίζουν πολύ καλύτερα απ’ ό,τι κατά το παρελθόν την ασθένεια και υπόσχονται να αποτρέψουν την εμφάνιση κινητικών προβλημάτων.
Οι θεραπείες αυτές είναι κατάλληλες για τους νεοδιαγνωσθέντες ασθενείς, οι οποίοι ακόμα βρίσκονται στην αρχή της νόσου και δεν έχουν μπει ακόμα στο στάδιο της συνεχούς εξέλιξης χωρίς υποτροπές, δηλαδή στην δευτεροπαθώς εξελισσόμενη νόσο, διευκρινίζει ο νευρολόγος Δήμος-Δημήτριος Μητσικώστας.
Επιπλέον, τα καινούργια φάρμακα στα οποία συμπεριλαμβάνονται η ναταλιζουμάμπη, η φινγκολιμόδη,η τεριφλουνομίδη, η αλεμτουζουμάμπη, ο φουμαρικός μεθυλεστέρας και η πεγκιλυωμένη μορφή της ιντερφερόνης β-1α, δεν είναι εξ ορισμού κατάλληλα για όλους τους ασθενείς.
«Η θεραπεία που συνιστάται σε κάθε ασθενή βασίζεται σε πολύ εξατομικευμένα κριτήρια», λέει ο νευρολόγος Δήμος-Δημήτριος Μητσικώστας. «Σε αυτά συμπεριλαμβάνεται η δραστηριότητα της νόσου που κρίνεται από την εικόνα στη μαγνητική τομογραφία, τα συμπτώματα του ασθενούς, το ρυθμό των υπότροπων του και πλέον την άποψή του. Παρότι, θεωρητικώς, μπορεί να υπάρξει ασθενής που δεν θα ανταποκριθεί σε καμία από τις υπάρχουσες θεραπείες, ειδικά την τελευταία διετία δεν έχω δει ούτε έναν που να μην του ταιριάζουν δύο ή τρεις. Συνεπώς, αφού ενημερώσω αναλυτικά τους ασθενείς για τις επιλογές αυτές, συναποφασίζουμε ποια θα πάρει».
Το αν αποδίδει η θεραπεία ή όχι, θα φανεί από τον ρυθμό των εξάρσεων της νόσου, την εικόνα του εγκεφάλου στην μαγνητική τομογραφία και τον ρυθμό εξέλιξης των κινητικών προβλημάτων που ενδεχομένως έχει ο ασθενής, καταλήγει.
Πηγή : ΤΑ ΝΕΑ Ειδική έκδοση ΥΓΕΙΑ
Η απάντηση συνοπτικά: Ουδείς γνωρίζει.
«Την διαφορά στη συχνότητα ανάμεσα στα δύο φύλα την ξέρουμε, την μελετάμε, προσπαθούμε να την ερμηνεύσουμε, αλλά το μόνο που έχουμε στα χέρια μας είναι θεωρίες», λέει ο κ. Δήμος-Δημήτριος Μητσικώστας, διευθυντής της Νευρολογικής Κλινικής του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών και υπεύθυνος του Ιατρείου Πολλαπλής Σκλήρυνσης, όπως είναι η σύγχρονη ονομασία της νόσου.
Μία από αυτές, ενδεχομένως η επικρατέστερη, είναι πως ευθύνεται το ανοσοποιητικό σύστημα της γυναίκας, το οποίο εκ φύσεως είναι διαφορετικό από του άντρα για να μην απορρίπτεται το έμβρυο ως ξένο σώμα, σε περίπτωση εγκυμοσύνης (ας μην ξεχνάμε ότι κάθε έμβρυο δεν φέρει μόνο το γενετικό υλικό της μαμάς του, αλλά και του μπαμπά του, ο οποίος για τον γυναικείο οργανισμό είναι ξένος).
Η διαφορετικότητα αυτή θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί είναι συχνότερα στις γυναίκες και όλα τα άλλα αυτοάνοσα νοσήματα, όπως ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος και η ρευματοειδής αρθρίτιδα, που οφείλονται σε υπερλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.
Το ορμονικό σύστημα των γυναικών, το οποίο επηρεάζει έντονα το ανοσοποιητικό, επίσης πρέπει να παίζει σημαντικό ρόλο. «Σε μία πολύ πρόσφατη μελέτη, η χορήγηση δόσεων οιστρογόνων (σ.σ. είναι οι ορμόνες του γυναικείου φύλου) εφάμιλλων με εκείνων που παρατηρούνται στις εγκύους, είχε πολύ ενθαρρυντικά αποτελέσματα στην θεραπεία της πολλαπλής σκλήρυνσης», λέει ο κ. Μητσικώστας. «Το εύρημα αυτό συμφωνεί με την κλασική γνώση ότι οι έγκυοι εμφανίζουν έντονη ύφεση της δραστηριότητας της πάθησης έως ότου γεννήσουν».
Οι ίδιες ορμόνες πιθανώς είναι υπεύθυνες και για την καλύτερη εξέλιξη (πρόγνωση) των γυναικών έναντι των ανδρών που πάσχουν από τη νόσο, προσθέτει.
Αν και ήδη οι γυναίκες με σκλήρυνση κατά πλάκας είναι υπερδιπλάσιες από τους άντρες ασθενείς, αρκετές πρόσφατες μελέτες (και ελληνικές) δείχνουν πως η διαφορά διευρύνεται, καθώς αυξάνονται τα κρούσματα της νόσου στον γυναικείο πληθυσμό.
«Η συχνότητα της νόσου έχει αυξηθεί σημαντικά τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, ιδίως στις γυναίκες, αλλά δεν ξέρουμε γιατί. Ασφαλώς υπάρχουν διάφορες υποθέσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται η διατροφή και τα εμβόλια, αλλά η ακριβής αιτία παραμένει άγνωστη. Το μόνο δεν έχει αλλάξει είναι η μέση ηλικία εκδήλωσης της νόσου (είναι 25-35 ετών), παρότι οι διεργασίες που δίνουν το έναυσμα για την ανάπτυξή τους αρχίζουν πολύ νωρίτερα», λέει ο κ. Μητσικώστας.
Διάφορες μορφές
Η σκλήρυνση κατά πλάκας μπορεί να είναι εξ αρχής εξελισσόμενη ή να παρουσιάζει εξάρσεις και υφέσεις.
Στην συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων (στο 90%), οι ασθενείς αρχίζουν με υποτροπές και έπειτα από περίπου 15-20 χρόνια οι περισσότεροι έχουν δευτερογενώς εξελισσόμενη νόσο, ενώ από το υπόλοιπο 10% οι περισσότεροι έχουν εξ αρχής (πρωτοπαθώς) εξελισσόμενη νόσο, δηλαδή παρουσιάζουν προοδευτική επιδείνωση της οποίας άλλοτε έχει προηγηθεί μία αρχική κρίση και άλλοτε όχι.
Μία τρίτη μορφή είναι η καλοήθης σκλήρυνση κατά πλάκας, κατά την οποία οασθενής εμφανίζει μία ή δύο υποτροπές και στη συνέχεια η αρρώστιά του «παγώνει». «Πολλοί λίγοι ασθενείς ωστόσο έχουν αυτή την τύχη. Και δεν γνωρίζουμε τους μηχανισμούς που διέπουν αυτή την εξέλιξη», διευκρινίζει ο κ. Μητσικώστας.
Η σκλήρυνση κατά πλάκας είναι αρκετά συχνή. Συνολικά, 2,5 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο πάσχουν από αυτήν. Οι 10.000 από αυτούς πιστεύεται ότι ζουν στη χώρα μας, καθώς η συχνότητά της στον ελλαδικό χώρο υπολογίζεται σε 90 άτομα ανά 100.000 πληθυσμού.
Κάθε ασθενής και η θεραπεία του
Τα καλά νέα είναι πως τα τελευταία χρόνια υπάρχει μία «έκρηξη» νέων θεραπειών, οι οποίες ρυθμίζουν πολύ καλύτερα απ’ ό,τι κατά το παρελθόν την ασθένεια και υπόσχονται να αποτρέψουν την εμφάνιση κινητικών προβλημάτων.
Οι θεραπείες αυτές είναι κατάλληλες για τους νεοδιαγνωσθέντες ασθενείς, οι οποίοι ακόμα βρίσκονται στην αρχή της νόσου και δεν έχουν μπει ακόμα στο στάδιο της συνεχούς εξέλιξης χωρίς υποτροπές, δηλαδή στην δευτεροπαθώς εξελισσόμενη νόσο, διευκρινίζει ο νευρολόγος Δήμος-Δημήτριος Μητσικώστας.
Επιπλέον, τα καινούργια φάρμακα στα οποία συμπεριλαμβάνονται η ναταλιζουμάμπη, η φινγκολιμόδη,η τεριφλουνομίδη, η αλεμτουζουμάμπη, ο φουμαρικός μεθυλεστέρας και η πεγκιλυωμένη μορφή της ιντερφερόνης β-1α, δεν είναι εξ ορισμού κατάλληλα για όλους τους ασθενείς.
«Η θεραπεία που συνιστάται σε κάθε ασθενή βασίζεται σε πολύ εξατομικευμένα κριτήρια», λέει ο νευρολόγος Δήμος-Δημήτριος Μητσικώστας. «Σε αυτά συμπεριλαμβάνεται η δραστηριότητα της νόσου που κρίνεται από την εικόνα στη μαγνητική τομογραφία, τα συμπτώματα του ασθενούς, το ρυθμό των υπότροπων του και πλέον την άποψή του. Παρότι, θεωρητικώς, μπορεί να υπάρξει ασθενής που δεν θα ανταποκριθεί σε καμία από τις υπάρχουσες θεραπείες, ειδικά την τελευταία διετία δεν έχω δει ούτε έναν που να μην του ταιριάζουν δύο ή τρεις. Συνεπώς, αφού ενημερώσω αναλυτικά τους ασθενείς για τις επιλογές αυτές, συναποφασίζουμε ποια θα πάρει».
Το αν αποδίδει η θεραπεία ή όχι, θα φανεί από τον ρυθμό των εξάρσεων της νόσου, την εικόνα του εγκεφάλου στην μαγνητική τομογραφία και τον ρυθμό εξέλιξης των κινητικών προβλημάτων που ενδεχομένως έχει ο ασθενής, καταλήγει.
Πηγή : ΤΑ ΝΕΑ Ειδική έκδοση ΥΓΕΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου