Βασικές αναφορές και κραυγαλέες παραλείψεις[i]
Εδώ και πολλές δεκαετίες ένα πέπλο σιωπής σκεπάζει
τα ιστορικά γεγονότα που αφορούν στα επαναστατικά κινήματα της Μακεδονίας και
ιδιαίτερα της
Χαλκιδικής, κατά τον 19ο αιώνα, αλλά και αργότερα. Για το μεγάλο ωστόσο έλλειμμα δημοσιεύσεων δεν ευθύνονται μόνο οι τοπικοί παράγοντες, που διαχρονικά δεν μερίμνησαν, όσο θα έπρεπε, για την προβολή των μεγάλων ιστορικών γεγονότων του τόπου. Οι περιοδικές δημοσιεύσεις στα «Μακεδονικά χρονικά» και στα «Χρονικά της Χαλκιδικής», που εκδίδονται από την ΙΛΕΧ (Ιστορική και λαογραφική Εταιρία Χαλκιδικής), όπως φυσικά και άλλες μεμονωμένες εκδόσεις δεν είναι αρκετές από μόνες τους να αναπληρώσουν το μεγάλο έλλειμμα. Περιορίζονται άλλωστε εκ των πραγμάτων σε ένα μικρότερο, απ’ όσο θα έπρεπε, αναγνωστικό κοινό, συχνά δε και σ’ ένα συγκεκριμένο κύκλο ιστορικών ερευνητών-αρθρογράφων.
Χαλκιδικής, κατά τον 19ο αιώνα, αλλά και αργότερα. Για το μεγάλο ωστόσο έλλειμμα δημοσιεύσεων δεν ευθύνονται μόνο οι τοπικοί παράγοντες, που διαχρονικά δεν μερίμνησαν, όσο θα έπρεπε, για την προβολή των μεγάλων ιστορικών γεγονότων του τόπου. Οι περιοδικές δημοσιεύσεις στα «Μακεδονικά χρονικά» και στα «Χρονικά της Χαλκιδικής», που εκδίδονται από την ΙΛΕΧ (Ιστορική και λαογραφική Εταιρία Χαλκιδικής), όπως φυσικά και άλλες μεμονωμένες εκδόσεις δεν είναι αρκετές από μόνες τους να αναπληρώσουν το μεγάλο έλλειμμα. Περιορίζονται άλλωστε εκ των πραγμάτων σε ένα μικρότερο, απ’ όσο θα έπρεπε, αναγνωστικό κοινό, συχνά δε και σ’ ένα συγκεκριμένο κύκλο ιστορικών ερευνητών-αρθρογράφων.
Με αυτή την οπτική, λοιπόν, πιστεύω πως είναι προτιμότερο τα όποια κονδύλια
χορηγούνται σήμερα για την οργάνωση ποικίλων εορτασμών, με στόχο τη διατήρηση
της ιστορικής μνήμης, να διατίθενται για τη συχνότερη οργάνωση συνεδρίων και
εκδόσεων βιβλίων για την τοπική ιστορία. Η κατά το δυνατόν ευαισθητοποίηση συμπολιτών
για όσα αφορούν στον τόπο μας και κυρίως η θέσπιση κινήτρων, ώστε να ωθηθούν οι
νεώτεροι στην ιστορική έρευνα, είναι χρήσιμες επιλογές και δημιουργούν προοπτικές
ανταποδοτικότητας για το άμεσο μέλλον της Χαλκιδικής μας.
Είναι προφανής ακόμη η ανάγκη να περάσει επαρκώς η
ιστορία μας και στα σχολικά βιβλία. Γιατί μόνο έτσι οι ηρωικές πράξεις και τα
κατορθώματα των προγόνων θα αγγίξουν τους νέους, γιατί τότε θα αποκτήσουν νόημα
και θα λειτουργήσουν ως παραδείγματα στις δικές τους επιλογές ζωής. Οι αλήθειες
του παρελθόντος και η «ζώσα» ιστορία ως αντικείμενο της εκπαίδευσης συντελούν αναμφισβήτητα
στην κατανόηση του σημερινού πολιτικού γίγνεσθαι.
Εδώ δράττομαι της ευκαιρίας να επισημάνω ότι στο
ξέφωτο της εκπαίδευσης του μεσοπολέμου και μέσα σε μια άλλη δύσκολη οικονομική
συγκυρία της χώρας, υπήρξαν ικανότατοι δάσκαλοι που συγκέντρωναν στοιχεία για
την τοπική ιστορία. Έχω στο αρχείο μου μια σειρά εκθέσεων που έγραψαν το 1932
οι μαθητές του Γυμνασίου Πολυγύρου για την ιστορία του χωριού τους. Με εντυπωσίασαν
οι μαρτυρίες που κατέγραψε για το χωριό του Μεγαλοπαναγιώτης μαθητής, αξιοποιώντας
διηγήσεις μεγαλύτερων σε ηλικία συγχωριανών του, αυτών που ήταν πιο κοντά στα ιστορούμενα
γεγονότα.
Με αυτό το πνεύμα θεωρώ ότι είναι χρήσιμη, σ’ αυτή
τη φάση, η ανίχνευση σε βιβλία απομνημονευματογράφων και ιστορικών του 1821, των
ιστορικών στοιχείων που αφορούν στη Χαλκιδική. Παρουσιάζω, λοιπόν, εν συντομία τους σημαντικότερους
από τους συγγραφείς, που άμεσα ή έμμεσα συμμετείχαν στον αγώνα, αλλά στα πονήματά
τους «αποσιώπησαν» ή έστω αναφέρθηκαν περιορισμένα στο όνομα και στους εθνικοαπελευθερωτικούς
αγώνες στην Μακεδονία και ιδιαίτερα στη Χαλκιδική.[ii]
1. Από τους Μωραΐτες
συγγραφείς:
- Ο Γενναίος
Κολοκοτρώνης, γιος του Θεόδωρου, στο «Υπόμνημά» του το 1848, όταν διηγείται τα γεγονότα του Αγώνα
κάνει δύο μόνο αναφορές στον όρο Μακεδόνας.
- Ο Φώτιος
Χρυσανθόπουλος ή Φωτάκος, υπασπιστής του Θ. Κολοκοτρώνη, κάνει στα δύο κυριότερα έργα του, στα «Απομνημονεύματα
περί της Ελληνικής Επαναστάσεως» (1858) και στους «Βίους Πελοποννησίων ανδρών…» (1868) τέσσερις αναφορές του ίδιου
όρου. Αντιθέτως ο ανεψιός του Νικήτας
Σταματελόπουλος (Νικηταράς ) στα σύντομα «Απομνημονεύματά» του δεν
αναφέρεται καθόλου στον όρο.
- Ο Μιχαήλ
Οικονόμου, γραμματέας του Κολοκοτρώνη στα «Ιστορικά της Ελληνικής
Παλιγγενεσίας» (1873), ένα δίτομο έργο που κινείται μεταξύ
ιστοριογραφίας και απομνημονευμάτων, κάνει 15 συνολικά αναφορές. Στο κεφάλαιο «Μακεδονία», σημειώνει μεταξύ των άλλων
για τις εξεγέρσεις στη Χαλκιδική και
στη Νάουσα ότι «της Επαναστάσεως μετέσχε
κατά τα μέσα Μαΐου 1821 και η Μακεδονία
και η μεν της Κασσάνδρας
επανάστασις διήρκεσε μέχρι τέλους Οκτωβρίου, του δε Αγίου Όρους μέχρι
τέλους Δεκεμβρίου, αλλά μετά πολλάς γενναίας μάχας πολλά και πράξαντες, και
παθόντες, οι γενναίοι Μακεδόνες, και
ούτοι απέτυχον».
- Ο Φιλαίος Θεόδωρος
Ρηγόπουλος, τελευταίος βαφτισιμιός του Θ. Κολοκοτρώνη, ανώτερος δικαστικός
αργότερα και γραμματέας των Κολοκοτρωναίων (αρχικά του Πάνου και μετά τον θάνατό
του του Θεόδωρου), αλλά και του Νικηταρά στα «Απομνημονεύματα από
των αρχών της Επαναστάσεως μέχρι του έτους 1881» κάνει αντίστοιχες και
αρκετά ενδιαφέρουσες αναφορές στη Μακεδονία, αλλά καμιά για την Χαλκιδική.
- Ο ιερέας Αμβρόσιος
Φραντζής, που συμμετείχε ενεργά στον αγώνα, στην «Επιτομή της Ιστορίας της
Αναγεννηθείσης Ελλάδος» (1839) κάνει έξι αναφορές στους όρους Μακεδονία
και Μακεδόνας, με ιδιαίτερα σημαντική αυτή
της σ. 224 του Γ΄ τόμου, που μνημονεύει την
επανάσταση της Χαλκιδικής.
- Ο Παλαιών
Πατρών Γερμανός στην αρχή του έργου του
«Υπομνήματα» (σ.σ. πρόκειται για τα απομνημονεύματά του που εκδόθηκαν το 1837)
αναφέρει στη σ. 76: «Τοιούτοι Καπιταναίοι
περιεφέροντο και εις τα μέρη της Ηπείρου, της Ακαρνανίας, της Βοιωτίας, της
Θεσσαλίας και Μακεδονίας, οίτινες πολλάκις κατά καιρούς έδειξαν αξιέπαινον
ανδρείαν εναντίον των καταδιωκόντων αυτούς Οθωμανών». Στις σελίδες 79, 80,
152 και 161 κάνει αντίστοιχες αναφορές στις οποίες η Μακεδονία τοποθετείται
επίσης μέσα στις περιοχές του υπόδουλου Ελληνισμού, όπου δρούσαν Έλληνες
αρματολοί και κλέφτες.
- Ο Κανέλλος
Δεληγιάννης, από τις ηγετικές μορφές του Αγώνα στην Πελοπόννησο στο τρίτομο
έργο του «Απομνημονεύματα» κάνει ανάλογες αναφορές. Οι τρεις πρώτες
σχετίζονται με τη Φιλική Εταιρία και την προσπάθειά της να οργανώσει τον Αγώνα
στην Πελοπόννησο. Στον Α’ τόμο, σ. 95, αναφέρεται στα σχέδια του Α. Υψηλάντη,
όπως του τα μετέφερε ο Παπαρρηγόπουλος : «
…έκρινε καταλληλότερον αυτόν τον καιρόν…να κινήση αυτός την επανάστασιν εις την
Μολδαυΐαν…και συγχρόνως του είπε να κινήσωμεν και ημείς την Επανάστασιν… Και αν
εγώ, τον λέγει, επιτύχω , το ερχόμενον έαρ θέλω εκστρατεύσει …να διασχίσω την
Σερβίαν ή την Βουλγαρίαν, να φθάσω εις την Μακεδονίαν, και υμείς δια της
Ηπείρου , να κατακτήσωμεν την Θεσσαλίαν και όλην την Ευρωπαϊκήν Τουρκίαν…»
. Στη σελίδα 110 μεταφέρει τα λόγια του Παπαφλέσσα στη συνάντηση των ηγετών της
Πελοποννήσου στη μονή Ταξιαρχών τον Ιανουάριο του 1821: «…να έλθη το έαρ , να φθάση και ο Υψηλάντης διά της Βουλγαρίας εις
Μακεδονίαν με πολλά στρατεύματα θα αναγκασθή η Ρωσία να κηρύξη τον πόλεμον της
Τουρκίας». Στην τρίτη αναφορά του στη σελίδα 128 μιλά κι αυτός για τη
σύλληψη του Υπάτρου « εις την Μακεδονίαν,
εις την Νιάουσταν».
Οι απόψεις
του, ωστόσο, θεωρούνται αμφιλεγόμενες, κυρίως γιατί δικαιολογεί τον κοτζαμπάση
πατέρα του για την διαλλακτική στάση του έναντι των Τούρκων, θεωρώντας ότι έτσι
διατηρούσε την ειρήνη στον Μοριά και προστάτευε τον ελληνικό πληθυσμό. Μια
στάση που ατυχώς ξαναεμφανίστηκε και στην πιο πρόσφατη ιστορία μας…
Πέρα όμως απ’ αυτό, μέσα στα κείμενα του Κανέλλου
Δεληγιάννη, είναι εμφανής η επιθετική κριτική του σε γνωστούς αγωνιστές της
επανάστασης και κυρίως στο Θεόδωρο Κολοκοτρώνη.
2. Οι Στερεοελλαδίτες Αγωνιστές-συγγραφείς παρόλο που συγκριτικά
μ’ αυτούς της Πελοποννήσου κάνουν λιγότερες αναφορές του όρου Μακεδονία και των
παρεπόμενων, είναι σαφέστεροι ως προς τον προσδιορισμό της, ότι πρόκειται δηλαδή
για περιοχή ελληνική, της οποίας οι Έλληνες κάτοικοι αγωνίστηκαν ταυτόχρονα με
αυτούς για την ελευθερία της πατρίδας τους:
- Ο στρατηγός Ιωάννης
Μακρυγιάννης στα «Απομνημονεύματά» του, έργο θεωρούμενο
ως μεγάλης ιστορικής αλλά και λογοτεχνικής αξίας, πρωτοαναφέρει τους όρους που
σχετίζονται με την Μακεδονία, πολύ μετά τη μέση του έργου του. Συγκεκριμένα
στις σελίδες 316-328 αναφέρεται τρεις
φορές στη Μακεδονία, τέσσερις στη Θεσσαλομακεδονία και μία φορά στον όρο
Μακεδόνας.
- Ο Σπυρίδων
Τρικούπης, Μεσολογγίτης, που μετείχε από το 1824 στην πολιτική ζωή της Ελλάδας,
στο έργο του «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως» (Α΄ έκδ. 1853-7 ) κάνει πολλές αναφορές στη Μακεδονία. Είναι
ιδιαίτερα σημαντική, από πολλές σκοπιές, η περιγραφή των γεγονότων της
Μακεδονίας, σ’ ένα ιστορικό έργο της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και η
αναφορά του στους Έλληνες από τη Μακεδονία, που συνέχισαν να πολεμούν από το
1822 και μετά στη νότια Ελλάδα.
- Ο Δημήτριος
Αινιάν, ο αγωνιστής, ανώτατος δικαστικός και πολιτικός από τη Φθιώτιδα, στα
«Απομνημονεύματα
περί της Ελληνικής Επαναστάσεως» κάνει στη σ. 65 μία και μοναδική
αναφορά στον όρο Μακεδονία, ως «Θετταλομακεδονοθρακικόν
σώμα υπό την οδηγία του Περραιβού και Στέφου» κατά τις μάχες στο Χαϊδάρι.
- Ο Κ.
Μαργαρίτης στα «Σύντομα τινά Απομνημονεύματα της Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος»,
έκδ. 1853, κάνει λίγες αναφορές στους προαναφερθέντες όρους. Στη μία μνημονεύει «τον εν Ναούση της Μακεδονίας προύχοντα Ζαφειράκην» (σ. 20) και
στην άλλη τον Εμμανουήλ Παπά «εκ Σερρών της Μακεδονίας» και τον αγώνα
που οργάνωσε στη Χαλκιδική (σ. 33), επισημαίνοντας
στη σ. 75 πως «η επανάστασις αυτών των μερών μεγάλως ωφέλησεν την Πελοπόννησον και
την λοιπήν Ελλάδα, διότι πληθύς εχθρών από τα παράλια του Δουνάβεως και από
διάφορα μέρη της Μακεδονίας κατ’ επιταγήν του Σουλτάνου εξεστράτευσε δι’
εκεί…».
- Ο
Αριστείδης Χρυσοβέργης , παρά το γεγονός ότι τυπώνει, το 1853, το έργο του « Η Ελληνική Επανάστασις» στην
Ερμούπολη, στο τυπογραφείο του …«Γεωργίου Μελισταγούς Μακεδόνος» κάνει λίγες αναφορές στους παραπάνω όρους.
- Ο Γεώργιος
Θεόφιλος, σύγχρονος του απελεθερωτικού αγώνα του 1821 στο έργο του «Επίτομος
Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως» κάνει μία και μοναδική αναφορά στον
όρο Μακεδονία.
Μετά απ’ αυτή την παρουσίαση των Μωραϊτών και Ρουμελιωτών
συγγραφέων-αγωνιστών θα πρέπει να υπενθυμίσω
το συγγραφικό έργο του δικού μας Μακεδόνα αγωνιστή, του Νικολάου Κασομούλη. Να
επισημάνω ακόμη την παράλειψη δημοσίευσης άλλων γραπτών μαρτυριών για τον τόπο μας,
όπως αυτή του Χαλκιδικιώτη (Ταξιαρχιώτη) γερου-Αργυρού, που παραμένει εν πολλοίς άγνωστη ή και
υποβαθμισμένη, έστω και σαν υπό διερεύνηση ιστορική μαρτυρία των γεγονότων του
1821 στη Χαλκιδική.
Με αυτή την έννοια είναι απορίας άξιον πως ούτε
ένας φορέας της Χαλκιδικής δεν ανέλαβε την έκδοση και προβολή των όσων αναφέρει
για τις επαναστατικές κινητοποιήσεις και τα γεγονότα της ιστορικής χερσονήσου ο
διάσημος Άγγλος ιστορικός Γεώργιος Φίνλεϊ στην «Ιστορία
της Ελληνικής επαναστάσεως». Όσο κι αν από ορισμένους χαρακτηρίστηκε …ακόμη
και …ως μισέλλην (!), υπήρξε αυτόπτης μάρτυς των γεγονότων, κατά τη διάρκεια
του αγώνα και μετέπειτα στα πρώτα χρόνια του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους, ως
ανταποκριτής των «Τάϊμς», της μεγαλύτερης και αρχαιότερης αγγλικής εφημερίδας.
Συνεργάστηκε μάλιστα για την επιλογή και καθιέρωση του τύπου των ελληνικών
γραμμάτων στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος, με τον λόγιο και πολιτειακό παράγοντα
Γεώργιο Χρυσήδη. Ο τελευταίος γόνος ιστορικής οικογένειας του Πολυγύρου (σημ. Παπαγιαννάκηδες)
εγκαταστάθηκε αρχικά στη Χίο, μετά στην Ύδρα και στο Ναύπλιο και στο τέλος στην
Αθήνα, όπου και πέθανε. Την πλούσια, μάλιστα, βιβλιοθήκη του χάρισε στα «Σχολεία
Πολυγέρου». Όπως και τόσα άλλα …εξαφανίστηκαν, δυστυχώς, σε δύσκολες
περιόδους από το Γυμνάσιο Πολυγύρου…
Ενδιαφέρον ακόμη παρουσιάζει στο συγγραφικό έργο
του ο συσχετισμός των κειμένων του Φίνλεϊ με πολλά απ’ όσα έγραψε ο Φιλήμων για
την ελληνική επανάσταση.
Ο Γεώργιος Φίνλεϊ κυκλοφόρησε την ιστορία του σε
εβδομαδιαία τεύχη 48 σελίδων. Τα όσα σημειώνει στη σελίδα 283 είναι
χαρακτηριστικά για τον τόπο μας: «Σε κανένα μέρος της Ελλάδας δεν υπήρχε
μεγαλύτερη ευχέρεια για την έναρξη της επαναστάσεως και για την υπεράσπιση της
εθνικής ανεξαρτησίας από τη χερσόνησο που βρισκότανε στα ανατολικά του κόλπου
της Θεσσαλονίκης και που οι αρχαίοι την ονομάζανε Χαλκιδική. Ο πληθυσμός είτανε
σχεδόν ολόκληρος ελληνικός και τα χωριά λόγω των παλαιών προνομίων τους είχανε
τον τίτλο Ελευθεροχώρια». Και παρακάτω σε αναφορά του στον Νίσβορο
(Ίσβορο, σημερινή Στρατονίκη) γράφει: «είτανε η έδρα της τοπικής αυτοδιοικήσεως
και η διαμονή Τούρκου μπέη που κατοικούσε στη μωαμεθανική συνοικία με μια
φρουρά εικοσιπέντε ανδρών. Η μωαμεθανική συνοικία βρισκόταν περίπου σε μισό
μίλι απόσταση από το κυρίως χωριό, που κατείχαν οι χριστιανοί και όπου γινόταν
οι συγκεντρώσεις των Ελλήνων αρχόντων της περιοχής. Εκεί κατοικούσε και ο
Επίσκοπος Ιερισσού ή όπως συνήθως ονομαζόταν, επίσκοπος του Αγίου Όρους».
Στις σελίδες 287 έως 288 υπάρχει η αναφορά του: «Οι
σφαγές των Ελλήνων στη Χαλκιδική έκαναν μεγάλη αίσθηση και ξεσήκωσαν κύματα
διαμαρτυρίας στο φιλελεύθερο κόσμο της Δύσης».
Ολοκληρώνοντας θέλω να σημειώσω ότι ερεύνησα επί τόπου σε
μεγάλα ιστορικά αρχεία και βιβλιοθήκες των ΗΠΑ τα όσα έγραψαν για τα γεγονότα
της Χαλκιδικής του 1821 ορισμένες Αμερικανικές εφημερίδες εκείνης της εποχής. Ελπίζω σύντομα να τα δημοσιοποιήσω.
Αναγκαία είναι η υποχρέωση όλων μας να ενθαρρύνουμε
νέους ερευνητές να ασχοληθούν αξιόπιστα με τα κοσμογονικά γεγονότα του τόπου
μας, αυτά που οδήγησαν στην ισοπέδωση όλων των οικισμών της Χαλκιδικής, στην
αναγκαστική προσφυγιά και σε ό, τι άλλο αυτά επέφεραν.
[i] Το κείμενο αυτό είναι απόσπασμα από την παρουσίαση του βιβλίου του Χρήστου
Καραστέργιου «Είδαμεν ζωήν ελευθέραν», που έκανα πέρυσι, 5 Μαρτίου 2014, στον «Παγχαλκιδικό
σύλλογο».
[ii] Χρήσιμη πηγή πληροφοριών αποτέλεσε το πόνημα του ιστορικού Φάνη Καψωμάνη «Το
σημασιολογικό περιεχόμενο των όρων «Μακεδονία», «Μακεδών», «μακεδονικός», σε
κείμενα της περιόδου 1770-1850 - Εκπρόσωποι του Νεοελληνικού
Διαφωτισμού- απομνημονευματογράφοι και ιστορικοί του 1821». Αναρτήθηκε στον
ιστότοπο «eranistis net» στον οποίο συμμετέχω, όπως και ο προαναφερόμενος
ερευνητής, ως τακτικός αρθρογράφος.
του Γιάννη Κ. Αικατερινάρη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου